Γιατί άραγε δεν υπάρχει ούτε ένα ελληνικό σπίτι που να μην πενθεί σήμερα, από την ώρα που έμαθε ότι έφυγε ο Θανάσης Βέγγος.
Δεν είναι ούτε η προσφορά του, ούτε ο χαρακτήρας του, που τον έκανε τόσο αγαπητό και την απώλειά του τόσο βαριά.
Είναι ο ρόλος που επέλεξε να υποδύεται επί χρόνια και που ρίζωσε στη καρδιά μας, ως ένας καθρέφτης του εαυτού μας για τον οποίο άλλοι ντρεπόμαστε κι άλλοι λυπόμαστε να ομολογήσουμε.
Η φράση «τρέχω σαν τον Βέγγο» που χρησιμοποιούμε ακόμη και σήμερα όλο και συχνότερα, υποδηλώνει το πόσο αληθινός ήταν αυτός ρόλος σε όλους μας.
Η αγωνία του Βέγγου να τρέχει συνεχώς για να θρέψει τη φαμίλια του και να μην του φτάνουν οι ώρες μιας μέρας, κατέγραψε με μια τραγική καθαρότητα τη κατάσταση κάθε μισθοσυντήρητου έλληνα οικογενειάρχη του οποίου τα έσοδα είναι μονίμως λιγότερα από τα έξοδα.
Το ταλέντο του Βέγγου να τον πιάνουν μονίμως κορόιδο οι επιτήδειοι πατώντας πάνω στο φιλότιμό του, ήταν άλλη μια πτυχή του κινηματογραφικού χαρακτήρα του, που μας γέμιζε θλίψη επειδή αυτό συμβαίνει με κάθε μεροκαματιάρη που τον γελάει το αφεντικό του ή ο γείτονάς του.
Και αυτοί οι δύο ρόλοι, δεν ήταν απλώς ρόλοι για τον Βέγγο, αλλά και η δική του στάση ζωής. Απέτυχε να γίνει επιχειρηματίας, επειδή δεν τον σεβάστηκαν οι παράγοντες του θεάματος. Είναι ίσως ο μοναδικός έλληνας ηθοποιός με τόσο λαμπρή καριέρα που πέθανε τόσο φτωχός, ενώ έζησε στην περίοδο της ακμής του κινηματογράφου.
«Έχω ρίξει άγριο κουπί» είχε πει κάποτε, για να δικαιολογήσει γιατί μονίμως έτρεχε ο Βέγγος και ποτέ δεν έφτανε εκεί που ήθελε να φτάσει. Και τώρα που σταμάτησε να τρέχει, τρέχουμε εμείς μόνοι μας, ελπίζοντας ότι κάποτε κάπου θα φτάσουμε…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου